ReArm Europe: Τα εμπόδια, η ρήτρα εξαίρεσης και η Ελλάδα
Τι περιλαμβάνει το φιλόδοξο αμυντικό πρόγραμμα ReArm Europe - Οι τρεις πυλώνες της χρηματοδότησης, η διασύνδεση των ευρωπαϊκών αμυντικών σχεδιασμών και πώς επηρεάζεται η Ελλάδα από τις νέες συνθήκες που διαμορφώνονται

Ευρωπαϊκή αμυντική αυτονομία»: H φράση αυτή, η οποία ακούγεται από διάφορα χείλη το τελευταίο διάστημα, όπως εκείνα του νικητή των γερμανικών εκλογών Φρίντριχ Μερτς, έχει προκαλέσει μεγάλη συζήτηση, τόσο ως προς το κόστος όσο και ως προς τον τρόπο που θα μπορούσε να γίνει πραγματικότητα.
Προς αυτή την κατεύθυνση στοχεύει άλλωστε και το φιλόδοξο σχέδιο επανεξοπλισμού της Ευρώπης, με την επωνυμία ReArm Europe, ύψους 800 δισ. ευρώ, που ανακοίνωσε πριν από μερικές ημέρες η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, και υιοθέτησαν οι ηγέτες των 27 κρατών-μελών με ενισχυμένη πλειοψηφία στην έκτακτη σύνοδο κορυφής της Πέμπτης στις Βρυξέλλες.
Στην έκτακτη σύνοδο, τα μοναδικά θέματα στην ατζέντα δεν ήταν άλλα από την Αμυνα της ΕΕ και τη στήριξη στην Ουκρανία. Οπως όμως προκύπτει από το κείμενο της συμφωνίας, οι ηγέτες των 27 κρατών-μελών δεν θέτουν, τουλάχιστον προς το παρόν, υπό αμφισβήτηση τη Βορειοατλαντική Συμμαχία καθώς, όπως σημείωσαν χαρακτηριστικά, η ευρωπαϊκή άμυνα θα πρέπει να βρίσκεται σε «πλήρη συνοχή με το ΝΑΤΟ».
Παράλληλα, με εξαίρεση τον ούγγρο πρωθυπουργό Βίκτορ Ορμπαν, οι ηγέτες των 26 κρατών-μελών της ΕΕ συμφώνησαν στην αύξηση της πίεσης προς τη Ρωσία, μέσω περαιτέρω κυρώσεων, ενώ αποφάσισαν και την τακτική και προβλέψιμη οικονομική στήριξη της Ουκρανίας.
«Η επίτευξη της «ειρήνης μέσω της ισχύος» απαιτεί η Ουκρανία να βρίσκεται στην ισχυρότερη δυνατή θέση, με τις δικές της ισχυρές στρατιωτικές και αμυντικές ικανότητες ως ουσιαστικό συστατικό στοιχείο. Αυτό ισχύει πριν, κατά τη διάρκεια και μετά τις διαπραγματεύσεις για τον τερματισμό του πολέμου» αναφέρει το ανακοινωθέν. Οσον αφορά το πώς θα εξασφαλιστούν οι πόροι για το κολοσσιαίο αυτό πρόγραμμα εξοπλισμού, το οποίο «πατάει» στην ίδια λογική με τα έκτακτα σχέδια για την αντιμετώπιση των κρίσεων της προηγούμενης θητείας της Κομισιόν – όπως το NextGenerationEU για την αντιμετώπιση της κρίσης μετά την πανδημία, αλλά και το RepowerEU, το «εργαλείο» για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία, οι βασικοί πυλώνες είναι τρεις.
Ο πρώτος αφορά την παροχή δημοσιονομικής «ευελιξίας» στα κράτη-μέλη ώστε να αυξήσουν σημαντικά τις αμυντικές δαπάνες τους χωρίς να απειλούνται με κυρώσεις από τη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος. «Εάν τα κράτη-μέλη αυξήσουν τις αμυντικές δαπάνες τους κατά 1,5% του ΑΕΠ κατά μέσον όρο, αυτό θα μπορούσε να δημιουργήσει δημοσιονομικό χώρο κοντά στα 650 δισ. ευρώ για περίοδο τεσσάρων ετών» ανέφερε η πρόεδρος της Κομισιόν.
Ο δεύτερος πυλώνας σχετίζεται με τα αδιάθετα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, τα οποία ανέρχονται περίπου σε 100 δισ. ευρώ και υπάρχει ο κίνδυνος να μείνουν αναξιοποίητα. Ο τρίτος έχει να κάνει με τη δυνατότητα της ΕΕ να διαθέσει 150 δισ. ευρώ σε δάνεια προς τα κράτη-μέλη για κοινές αμυντικές επενδύσεις σε τομείς όπως: αεροπορική και πυραυλική άμυνα, συστήματα πυροβολικού, μη επανδρωμένα αεροσκάφη πυραύλων και πυρομαχικών και συστήματα κατά των μη επανδρωμένων αεροσκαφών.
«Θα βοηθήσει τα κράτη-μέλη να συγκεντρώσουν τη ζήτηση και να αγοράσουν από κοινού. Φυσικά, με αυτόν τον εξοπλισμό τα κράτη-μέλη μπορούν να ενισχύσουν μαζικά την υποστήριξή τους προς την Ουκρανία» ήταν το σχετικό σχόλιο της προέδρου της Κομισιόν.
Την ίδια ώρα βέβαια δεν είναι λίγες και οι φωνές οι οποίες λένε πως για να διασφαλιστούν οι απαραίτητοι πόροι για το ReArm Europe, θα πρέπει να περιοριστούν οι κοινωνικές δαπάνες της Ενωσης, γεγονός που θα δημιουργούσε σημαντικές αντιδράσεις κατά την προσπάθεια εφαρμογής του προγράμματος.
Η ρήτρα εξαίρεσης και η Ελλάδα
Για τη χώρα μας η εξαίρεση των αμυντικών δαπανών από τα όρια που θέτει το νέο Σύμφωνο Σταθερότητας θα μπορούσε πιθανώς να δημιουργήσει έναν πρόσθετο δημοσιονομικό χώρο, π.χ. για φοροελαφρύνσεις την επόμενη χρονιά. Κάτι τέτοιο δεν μπορεί να ειπωθεί όμως με βεβαιότητα καθώς μέχρι στιγμής δεν διευκρινίζεται κατά πόσο η ρήτρα εξαίρεσης μπορεί να εφαρμοστεί στην αύξηση των αμυντικών επενδυτικών δαπανών που έχει ήδη αποφασιστεί και καταγραφεί στα μεσοπρόθεσμα δημοσιονομικά διαρθρωτικά σχέδια των κρατών-μελών ή μόνο σε νέες μη προγραμματισμένες δαπάνες.
Στην περίπτωση της Ελλάδας, οι πρόσθετες αμυντικές δαπάνες του 2026 ανέρχονται σε 500 εκατ. ευρώ και του 2027 σε 100 εκατ. ευρώ. Την ίδια ώρα, διπλωματικές πηγές δηλώνουν ότι η Ελλάδα επιδιώκει μια σαφέστερη διατύπωση που θα διασφαλίζει ότι η πολιτική αυτή ωφελεί όλα τα κράτη-μέλη, ακόμη και εκείνα με ήδη αυξημένες αμυντικές δαπάνες.
Ανεξαρτήτως των συζητήσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης από κοινού με τον υπουργό Αμυνας Νίκο Δένδια αναμένεται να ανακοινώσουν τις προσεχείς ημέρες στην Ολομέλεια της Βουλής, και όχι στην αρμόδια Επιτροπή, όπως γίνεται συνήθως, το νέο εξοπλιστικό πρόγραμμα ύψους 28 δισ. ευρώ και διάρκειας 12 ετών, με πρόβλεψη επέκτασής τους.
Η συζήτηση για τις αμυντικές δυνατότητες
Παράλληλα, ο γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν πρότεινε στην έκτακτη σύνοδο κορυφής να τεθεί η ΕΕ υπό την προστασία του γαλλικού πυρηνικού οπλοστασίου, προσφέροντας ουσιαστικά «πυρηνική ασπίδα» στην Ενωση. Η πλειοψηφία των ηγετών των κρατών-μελών καλωσόρισαν την πρόταση, ενώ ο Φρίντριχ Μερτς, που αναμένεται να γίνει ο επόμενος καγκελάριος της Γερμανίας, εξέφρασε φόβους ότι το ΝΑΤΟ μπορεί να μην παραμείνει στη «σημερινή του μορφή» μέχρι τον Ιούνιο και πρότεινε να εξεταστεί πιο προσεκτικά η γαλλική πυρηνική αποτροπή.
Από την άλλη πλευρά, αρκετοί αναλυτές παγκοσμίως εξετάζουν το κατά πόσο η γαλλική πρόταση για επέκταση της «πυρηνικής ομπρέλας» είναι ρεαλιστική. Οι περισσότεροι μάλιστα εξ αυτών τονίζουν ότι η Γαλλία διαθέτει πολύ μικρότερο πυρηνικό οπλοστάσιο σε σύγκριση με τις ΗΠΑ, την ώρα που οι ΗΠΑ έχουν αναπτύξει τα πυρηνικά τους όπλα σε όλη την Ευρώπη ενώ η γαλλική πυρηνική στρατηγική απαγορεύει, μέχρι σήμερα, τη στάθμευση ατομικών όπλων εκτός Γαλλίας.
Επίσης, σε αντίθεση με τις ΗΠΑ, η Γαλλία δεν προσφέρει εκτεταμένη δέσμευση αποτροπής ή αντίδρασης σε πυρηνικές ή μη πυρηνικές απειλές για την υπεράσπιση των συμμάχων της, ενώ διαθέτει μόνο ένα μικρό ποσοστό των αερομεταφερόμενων πυρηνικών όπλων που μπορούν να προσφέρουν οι ΗΠΑ.
O βρετανός πρωθυπουργός Κιρ Στάρμερ αναζητεί φόρμουλα για να συνδέσει τη βρετανική άμυνα με την ευρωπαϊκή, περιλαμβανομένων των πυρηνικών, χωρίς όμως να ξεσηκώσει υπερβολικές αντιδράσεις εντός του Ηνωμένου Βασιλείου όπου τα θέματα συνεργασίας με την ΕΕ παραμένουν τοξικά μετά το Brexit. Το συμπέρασμα το οποίο προκύπτει είναι ότι η γαλλική, όπως και η βρετανική, πυρηνική δύναμη συμπληρώνουν την αμερικανική, αλλά δεν μπορούν να την αντικαταστήσουν πλήρως εάν οι ΗΠΑ αποσύρουν ξαφνικά τις δυνάμεις τους από το ευρωπαϊκό έδαφος.
«Δεν είναι αδύνατο αλλά απαιτεί χρόνο»
Σχολιάζοντας τις εξελίξεις στο «Βήμα», ο διεθνολόγος Ιωάννης Παπαφλωράτος στέκεται στην ανάγκη να ελεγχθεί το κατά πόσο το φιλόδοξο ReArm Europe είναι υλοποιήσιμο, τουλάχιστον στο μέγεθος στο οποίο έχει εξαγγελθεί. «Πρέπει να κάνουμε πάντα τη διάκριση μεταξύ ευκταίου και εφικτού. Η ΕΕ ναι μεν δείχνει την αντίδρασή της απέναντι στις ΗΠΑ, θέλοντας μάλιστα να σταθεί στο πλευρό της Ουκρανίας, ωστόσο το κατά πόσο το σχέδιο θα εφαρμοστεί στην πράξη, ειδικά αν χρειαστεί να γίνει περικοπή κοινωνικών δαπανών, είναι κάτι που θα δούμε στην πορεία το πώς θα εξελιχθεί» προσθέτει.
Σε σχέση με την επίτευξη αμυντικής αυτονομίας από την ΕΕ, ο κ. Παπαφλωράτος επισημαίνει ότι η Ενωση δεν διαθέτει αυτή τη στιγμή τα απαραίτητα οπλικά συστήματα έτσι ώστε να μπορέσει να πετύχει άμεσα κάτι τέτοιο.
«Δεν είναι αδύνατο αλλά σίγουρα απαιτεί πολύ περισσότερο χρόνο. Ορισμένοι ειδικοί μιλούν για μία δεκαετία τουλάχιστον» λέει. Οσον αφορά τη συζήτηση που έχει ανοίξει σχετικά με τη δημιουργία ευρωστρατού, ο έλληνας διεθνολόγος αναφέρεται τόσο στα δομικά προβλήματα που θα είχε ένα τέτοιο εγχείρημα όσο και στο γεγονός ότι θα μπορούσε να υπάρξει μόνο έχοντας συμπληρωματικό, και όχι ανταγωνιστικό, προς το ΝΑΤΟ χαρακτήρα.
Επίσης, τονίζει ότι «η Ελλάδα δεν συζητάει για κατάργηση του ΝΑΤΟ καθώς η Βορειοατλαντική Συμμαχία μάς διασφαλίζει. Είναι άλλωστε πάγια θέση όλων των κυβερνήσεων η συμμετοχή στο ΝΑΤΟ. Από εκεί και πέρα, η Ελλάδα είναι πολύ πιθανό να συμμετάσχει σε ένα εγχείρημα ευρωπαϊκής στρατιωτικής δύναμης, εφόσον όμως αυτή είναι συμπληρωματική και όχι ανταγωνιστική προς το ΝΑΤΟ». Σε ό,τι αφορά την ειδική σχέση που επιδιώκει η Τουρκία με την ΕΕ στα θέματα αμυντικής συνεργασίας, προβάλλοντας τις δυνατότητες της αμυντικής της βιομηχανίας, ελληνικές διπλωματικές πηγές παρατηρούσαν ότι δεν είναι εύκολες τέτοιες συμφωνίες, ιδίως όσο η σχέση ανάμεσα στον αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ και τον τούρκο ομόλογό του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν δεν έχει ομαλοποιηθεί εξαιτίας των σφοδρών επιθέσεων που εξαπολύει ο τούρκος πρόεδρος κατά του Ισραήλ.
πηγή: το βήμα