Τα χρήματα είναι αναγκαία, αλλά ακόμα περισσότερο είναι η ψυχική υγεία.
Έν έτη 2025, χρήμα και κατάθλιψη πάνε πολλές φορές ""πακέτο""

Παρακολουθώ εδώ και καιρό στα βιντεάκια του Facebook, reels ελληνιστί, ένα νέο ζευγάρι μορφωμένων Ελλήνων που ζουν ως ψηφιακοί νομάδες, στις χώρες της λατινικής Αμερικής.
Αυτός μαθηματικός, παραδίδει μαθήματα μέσω ίντερνετ κι αυτή φυσικοθεραπεύτρια προσφέρει πάντα μέσω διαδικτύου μαθήματα γιόγκα.
Νοικιάζουν δωμάτια μέσω Airbnb σε μέρη που ο πολύς κόσμος αποφεύγει, όπως οι φαβέλες στη Βραζιλία ή μικρά απομακρυσμένα χωριά, μακριά από το αστικό κέντρο. Αρκεί να υπάρχει ίντερνετ για να εργαστούν κάποιες ώρες την ημέρα. Όλα τους τα υπάρχοντα είναι δύο σακίδια, που μάλιστα όταν σκίζονται τα επιδιορθώνουν σε τοπικούς μάστορες. Τρώνε σε τοπικά εστιατόρια με μπουφέ και γενικώς αρκούνται στα λίγα – λιγότερα, αρκεί να γνωρίζουν καινούριες πόλεις και ανθρώπους. Ο μαθηματικός Κωνσταντίνος που έκανε έρευνα σε πανεπιστήμιο της Αγγλίας και η Νίκη η σύζυγος του, που είχε βρει μια καλοπληρωμένη δουλειά στο ίδιο πανεπιστήμιο, αποφάσισαν μετά τον covid, να δουν την ζωή αλλιώς.
Αλλιώς βλέπουν την ζωή πλέον, χωρίς να γίνουν ψηφιακοί νομάδες, εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο και στην Ελλάδα.
Σύμφωνα με τελευταία έρευνα της διεθνούς εταιρείας δημοσκοπήσεων Gallup, το 54% των εργαζομένων θεωρεί ότι η τρέχουσα περίοδος προσφέρεται για εύρεση νέας δουλειάς, ενώ πάνω από το μισό από αυτούς, το 52%, δηλώνει ότι σκοπεύει να αποχωρήσει από την θέση του, είτε γιατί αναζητά ενεργά μια νέα δουλειά είτε γιατί διατηρεί τα μάτια του ανοιχτά για καλύτερες ευκαιρίες. Το φαινόμενο της «μεγάλης αποσύνδεσης» στην αγορά εργασίας, όπου οι εργαζόμενοι εγκαταλείπουν τις θέσεις τους για να αναζητήσουν πιο συμφέρουσες προοπτικές, φαίνεται ότι εντείνεται με κάθε χρόνο που περνά και επηρεάζει διάφορες χώρες με διαφορετικούς τρόπους.
Σχεδόν το 37% των εργαζομένων στην Ελλάδα σκοπεύει να αποχωρήσει από την δουλειά του, ποσοστό που είναι υψηλότερο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, κάτι που καταδεικνύει την έντονη επιθυμία για επαγγελματική αλλαγή και αναβάθμιση.
Αναφορικά με τους λόγους για την αποχώρηση από τη δουλειά, η Gallup έχει καταγράψει 14 διαφορετικούς παράγοντες που μπορεί να ωθήσουν έναν εργαζόμενο να αναζητήσει νέα εργασία. Παράδοξα, η αιτία που σήμερα βαραίνει περισσότερο την απόφαση των εργαζομένων δεν είναι ο καλύτερος μισθός, αλλά η επιθυμία για καλύτερη εξισορρόπηση της προσωπικής και επαγγελματικής ζωής, καθώς και η αναζήτηση προσωπικής ευζωίας. Η έρευνα της Gallup και άλλες διεθνείς μελέτες, όπως αυτή της Randstad, επιβεβαιώνουν αυτή την τάση.
Η Randstad, για παράδειγμα, αποκαλύπτει για πρώτη φορά στην 22χρονη ιστορία της, ότι ο ελεύθερος χρόνος έχει υπερκεράσει τον μισθό ως το πιο σημαντικό κριτήριο για την επιλογή μιας δουλειάς. Στην Ελλάδα, αν και η μισθολογική αμοιβή παραμένει καθοριστικός παράγοντας, η ανάγκη για ισορροπία ανάμεσα στην προσωπική και επαγγελματική ζωή κερδίζει έδαφος και διαμορφώνει τις νέες προτεραιότητες των εργαζομένων.
Η εργασιακή ικανοποίηση και η αφοσίωση στη δουλειά βρίσκονται σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, ιδιαίτερα στις ΗΠΑ και σε πολλές άλλες χώρες. Τα αποτελέσματα της Gallup δείχνουν ότι οι τέσσερις κύριοι λόγοι που ωθούν έναν εργαζόμενο να εγκαταλείψει την εργασία του για να βρει μια νέα θέση είναι η εξισορρόπηση μεταξύ εργάσιμου και ελεύθερου χρόνου, οι αμοιβές, η εργασιακή ασφάλεια και σταθερότητα, καθώς και η δυνατότητα αξιοποίησης των προσωπικών ταλέντων του.
Η εργασιακή ασφάλεια, ειδικότερα, είναι ένα από τα σημαντικότερα κριτήρια για την παραμονή στην ίδια θέση εργασίας, με το 54% των εργαζομένων να την θεωρούν καθοριστική. Επιπλέον, οι εργαζόμενοι αναζητούν θέσεις που τους επιτρέπουν να αξιοποιούν τις δεξιότητές τους, μία προϋπόθεση που θεωρείται καταλύτης για την αύξηση της εργασιακής δέσμευσης και απόδοσης.
Επιπρόσθετα, η Gallup καταγράφει μία συνεχώς αυξανόμενη επιθυμία των εργαζομένων για καλύτερη ποιότητα ζωής, η οποία διαμορφώνει τις σύγχρονες εργασιακές προτεραιότητες.
Τα ποσοστά των εργαζομένων που θεωρούν την ποιότητα ζωής «εξαιρετικά σημαντική» έχουν εκτοξευθεί από το 53% πριν από την πανδημία στο 59% σήμερα, δείχνοντας την τάση προς μία εργασιακή κουλτούρα που προάγει την ευημερία και την προσωπική ευτυχία. Ενδεικτικό της αλλαγής αυτής είναι το γεγονός ότι μόλις το 20% των εργαζομένων πιστεύει ότι η εταιρεία στην οποία εργάζεται προσέχει πραγματικά την ευημερία του, γεγονός που εντείνει την αναζήτηση θέσεων που δίνουν προτεραιότητα στην ψυχική και σωματική υγεία των εργαζομένων.
Σε ό,τι αφορά τις αμοιβές, αν και παραμένουν σημαντικός παράγοντας, η τάση για καλύτερη ισορροπία ζωής – εργασίας και η αναζήτηση ευημερίας ενισχύουν τις προτιμήσεις των εργαζομένων. Η ανάγκη για εργασιακή σταθερότητα, ειδικά σε έναν κόσμο που χαρακτηρίζεται από αβεβαιότητα και συνεχείς μεταβολές, παραμένει σταθερή και αφορά το 54% των εργαζομένων. Η αναζήτηση μίας δουλειάς που προσφέρει σταθερότητα, μαζί με την αξιοποίηση των προσωπικών ταλέντων και την εξισορρόπηση της εργασίας με την προσωπική ζωή, διαμορφώνουν το νέο τοπίο στην αγορά εργασίας, με τους εργαζόμενους να προσπαθούν να βρουν έναν επαγγελματικό χώρο που θα τους προσφέρει τόσο σταθερότητα όσο και προσωπική ικανοποίησης
πηγή: patris